Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Έχεις ένα χαμόγελο από μαργαριτάρια...


Καλημέρα. Ήρθα. Ήρθα να σε πάρω από το χέρι και να περπατήσουμε μαζί. Δεν θα πάμε μακριά, κάπου εδώ κοντά, να ξεφύγουμε από όλους εκείνους που μας βασανίζουν, από τους εαυτούς μας, αλλά να ξεφύγουμε κι ο ένας από τον άλλο. Ξέρω, ακούγεται παράλογο, πως γίνεται να είμαστε μαζί και να ξεφεύγουμε? Όλα γίνονται μικρή μου, απλά δώσε μου το χέρι σου και εμπιστεύσου με. Δεν θα σε βάλω να περπατήσεις πάνω σε αγκάθια, δεν θα σε αφήσω να βουτήξεις σε βαθιά νερά, δεν θα σε οδηγήσω κάπου που δεν θες. Κι αν η θάλασσα αγριέψει κι έρθουν κύματα να σε πνίξουν, μη φοβάσαι, ξέρω καλό μπάνιο και μπορώ να σε κουβαλήσω μέχρι έξω. Έλα μικρή μου, δώσε μου το χέρι σου, δεν είναι δύσκολο, απλά άσε με να σε πάω λίγο πιο κάτω, άσε με να σε περπατήσω σε δικά μου μονοπάτια. Κι αν δεν σου αρέσουν, θα σε ξαναβγάλω στο δρόμο σου.

Ξέρω ότι φοβάσαι, ξέρω ότι μόνο εσύ θες να είσαι οδηγητής της ζωής σου, ξέρω ότι θες να έχεις τον κάθε έλεγχο στα χέρια σου, αλλά ξέρω επίσης ότι θες και να κατεβάζεις τα ρολά μερικές φορές, θες να κάτσεις λίγο να ξεκουραστείς και να αφήσεις κάποιον άλλο να πάρει στα χέρια του το τιμόνι. Άφησέ με λοιπόν, δεν θα σε οδηγήσω σε λάθη, δεν θα σε βάλω να κάνεις πράγματα που δεν θες. Κοίτα μπροστά μας τους δρόμους, είναι τόσοι πολλοί που σου δημιουργούν διλήμματα, άσε με λοιπόν να σε πάω εγώ από μονοπάτια που δεν είδες ποτέ σου. Ακόμα και τώρα, που πονάς και θες να ξεφύγεις μόνη σου μέσα από δάκρυα και λυγμούς που κανείς δεν θα δει, άσε με να σε κάνω να μην δακρύσεις, αλλά να πολεμήσεις με χαμόγελο και αισιοδοξία.

Μικρή μου, έχεις ένα χαμόγελο από μαργαριτάρια, ταιριάζει στη λάμψη του προσώπου σου μοναδικά, φωτίζει τις νύχτες, τα βράδια, τα πιο βαθιά σκοτάδια διαφεντεύει και σαν ήλιος κάνει τα σύννεφα να διαλυθούν και να χαθούν τρομαγμένα. Αυτό το χαμόγελο, που ακόμα και η Μόνα Λίζα θα ζήλευε, που ακόμα και οι πιο φωτισμένοι μελετητές θα θαύμαζαν, που ακόμα και ο ίδιος ο Λεονάρντο ντα Βίντσι θα ζωγράφιζε, αυτό το υπέροχο χαμόγελο που ξέρει να κρύβει τον πόνο, έχει την δύναμη να κάνει όλους τους ανθρώπους δυνατούς κι εσένα να πονάς περισσότερο, γιατί αυτό το χαμόγελο έχει ζήσει στα πιο βαθιά πηγάδια και ξέρω ότι προέρχεται μέσα από πόνους και λύπες.

Έχεις δυο μάτια που σπινθηρίζουν, δυο διαμάντια πιο μεγάλα και από τον ήλιο κι εσύ τα αφήνεις να λάμπουν στα σκοτάδια. Κλείνεις τα φώτα, τραβάς τις κουρτίνες, κατεβάζεις τα παντζούρια και πάλι απορείς που μέσα στα σκοτάδια εσύ βλέπεις. Αν η ζωή μας είναι μια σειρά από επιλογές, ένα μικρό ταξίδι πίσω από λέξεις, μια περιήγηση σε τόπους απάτητους, εσύ σίγουρα ξέρεις να διαβαίνεις χωρίς φόβο, αλλά αυτή τη φορά, δώσε μου το χέρι σου και άσε εμένα να σε πάω λίγο παραπέρα. Αν δεν σου αρέσει θα σε αφήσω να κατέβεις, θα σε αφήσω να κρατήσεις τα διαμάντια σου και τα μαργαριτάρια σου, θα σου επιστρέψω το ημερολόγιό σου χωρίς να έχω κλέψει ούτε μια λέξη και όταν φύγεις από δίπλα μου δεν θα έχεις χάσει τίποτα ούτε χρόνο ούτε συναισθήματα και προπαντός, δεν θα έχεις χάσει ίχνος από την αξιοπρέπειά σου. Θα μπορείς να συνεχίσεις τα βήματά σου, στον δικό σου δρόμο, με το κεφάλι ψηλά και με την σιγουριά ότι δεν ξεστράτισες ούτε σε έναν παράδρομο.

Δεν ξέρω τι άλλο να σου πω πια. Νομίζω ότι την επόμενη φορά που θα γράψω για σένα θα γράψω μια μικρή διασκευή. Ξέρεις τι εννοώ, είμαι σίγουρος ότι ξέρεις. Δεν θα σε αφήσω μικρή μου, απλά προσπάθησε να πας λίγο πιο ψηλά, γιατί έτσι θα χαθούμε. Σου είχα πει ότι δεν θα σταματήσω, ότι ανεβαίνω και δεν θα περιμένω κανέναν. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που με κάνει να γυρνάω πίσω και να κοιτάω τα βήματά σου. Ίσως να το λένε αγάπη, ίσως να είναι μια ανησυχία, ίσως να είναι κάποιες τελευταίες ελπίδες. Ξέρω όμως ότι αν μου δώσεις το χέρι σου δεν θα σε τραβήξω απότομα έτσι ώστε να ζαλιστείς, αλλά θα σε σηκώσω απαλά και σιγά σιγά θα περπατήσουμε μαζί στο χάος. Άσε με μόνο να σε πάω λίγο από τους δικούς μου δρόμους, που ποτέ μου δεν τους έδειξα σε κανένα, μόνο σε σένα ποθεί η καρδιά μου να τους δείξει. Τι λες? Ναι ή όχι?

Δεν υπάρχουν σχόλια: