Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Καθρέφτης...


Σιωπή, εικόνες, λέξεις, σκέψεις. Κάπου στο υπερπέραν χάνουμε τον εαυτό μας, τον ξαναβρίσκουμε στη γη. Πως αλλιώς? Είμαστε ό,τι είμαστε, κάνουμε ό,τι κάνουμε είτε μέσα από μία ουδέτερη παρόρμηση είτε μέσα από μια βαθιά επιθυμία. Η ουσία όμως χάνεται στο πλήθος, όπως στο πλήθος χάνονται και τα λόγια μιας αιωνιότητας, για τη μέρα ούτε λόγος. Το ρήμα «σ’ αγαπάω» παίρνει σάρκα και οστά για κάποια δευτερόλεπτα μόνο και μετά όλα γκρεμίζονται. Οι λέξεις βυθίζονται μέσα σε ένα ποτάμι δάκρια, μέσα σε μερικές απουσίες, που παρόν και μέλλον αδυνατούν να θυμηθούν και να καταλάβουν αντιστοίχως. Κρινόμαστε γι αυτό που ο πολύς κόσμος δε θέλει να συνειδητοποιήσει: το βαθύτερο είναι μας καθρεφτίζεται στα μάτια του άλλου. Οι μόνες λέξεις που θα μπορούσαν να αποκτήσουν αξία είναι εκείνες που κανένα βλέμμα και κανένα στόμα δε θα προδώσει ποτέ. Εκείνες που προτιμούμε να θάψουμε για να μην ξεχαστούμε, για να υπάρξουμε έτσι όπως θέλουμε, έτσι όπως επιθυμούμε και έτσι όπως θα ήθελαν οι άλλοι να είμαστε.

Η επιθυμία του ενός, χάνεται μέσα στο απέραντο γκρίζο των δρόμο, η μοναξιά τρέχει μαζί με τις διακεκομμένες γραμμές των λωρίδων, την ώρα που τις κοιτάζεις από το τζάμι, ως συνοδηγός και την ώρα που σκέφτεσαι κάτι εντελώς ξένο. Μέσα από αυτές ταξιδεύεις, μαζί με αυτές ταξιδεύεις. Γίνεσαι ένα με το μικρό κόψιμό τους. Αναπολείς όλα όσα εσύ επέλεξες να κόψεις. Και πας παρακάτω, παραπέρα, πιο μπροστά. Ο διπλανός σου θα σε ρωτήσει τι έχεις κι εσύ με ένα αποστομωτικό τίποτα θα του γυρίσεις την πλάτη. Το πρώτο σημάδι της μοναξιάς, της αποξένωσης. Αύριο θα τον κατηγορήσεις ότι δε νοιάζεται, δεν ενδιαφέρεται, ότι είναι εγωιστής. Μα το δικό σου τίποτα, ήταν το κλειδί που κλείδωσε την πόρτα μια για πάντα. Κι εκείνος ο ξένος έφυγε, όπως φεύγουν όλοι, όπως φεύγεις εσύ, όπως φεύγουν οι γραμμές.

Τι να αρχίσεις και τι να τελειώσεις? Στο δίπλα δωμάτιο γονείς συζητούν για το άλλο παιδί, εκείνο που πάντοτε τους έκανε να ασχοληθούν μαζί τους. Κι εσύ, στο δικό σου δωμάτιο, προσπαθείς να ανακαλύψεις πότε υπήρξες παιδί. Μία και μόνο απάντηση όμως στροβιλίζει στα αυτιά σου, μία και μόνο σκέψη κατοικεί στο μυαλό σου, μία και μόνο έκφραση στοιχειώνει το βλέμμα σου. Ποτέ. Το ποτέ συνάντησε το τίποτα κι όλα μαζί αναζητούν το πάντα. Τι κι αν αρνείσαι το προφανές? Τι κι αν δε θες να δεις την πραγματικότητα. Όλοι εκείνοι, που πεισματικά αρνήθηκαν να σου ανοίξουν τη δική τους πόρτα, θα σε αναζητήσουν αύριο. Δε θα σου χτυπήσουν ποτέ το κουδούνι, φτάνει μια σκέψη τους. Μα εσύ θα βρίσκεσαι χαμένος στη δική σου σκέψη. Εσύ θα αναζητάς τα αίτια κι εκείνοι εσένα. Γι αυτό είσαι πάντα λάθος. Γιατί εσύ ψάχνεις μια λέξη ή μια φράση, ενώ εκείνοι ένα υποκείμενο, ένα φάντασμα του παρελθόντος, που χάνεται μέσα στις αιώνιες απορίες.

Προσπαθείς να θυμηθείς τα πως και τα που και τα πότε. Κι απέναντί σου στέκονται μάρτυρες κατηγορίας ο Ελύτης, ο Νταλί, ο Καββαδίας, ο Σικελιανός, ο Παλαμάς, ο Πικάσο, ο Μοντιλιάνι, ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν. Κι εσύ προσπαθείς να μιλήσεις. Μα τι να πεις? Πώς να το πεις? Σε ποιον? Ο χρόνος όμως, είναι ο πιο αδυσώπητος εχθρός και ο πιο καλός σου φίλος. Μόνο ο χρόνος μπορεί να σε κάνει να καταλάβεις κάτι, να λάβεις την απάντηση που πάντα ήθελες. Αυτό αναζητούμε όλοι, μία απάντηση. Απλά τις περισσότερες φορές δεν είμαστε σε θέση να την καταλάβουμε, εκείνη όμως ριζώνει και την δεχόμαστε σιγά σιγά, σταθερά. Οι γρήγορες αναζητήσεις είναι πολυσύνθετες και καθόλου άμεσες. Οι ιδέες, οι σκέψεις και τα συναισθήματα πρέπει πάντοτε να μεστώνουν. Μόνο έτσι καταλαβαίνουμε τα γιατί των πράξεών μας. Μια στροφή λοιπόν, είναι αρκετή για να πετάξει το αμάξι εκτός δρόμου, όπως και μια ματιά είναι αρκετή για να περικλείσει ένα συναίσθημα. Όπως και μια λέξη είναι αρκετή για να καταστρέψει τα πάντα. Γι αυτό λοιπόν, ας προσέχουμε τι λέμε και κυρίως, ας προσέχουμε τι σκεφτόμαστε. Γιατί ας μην ξεχνάμε, ότι ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας για κάτι μάχεται, όπως κι εμείς άλλωστε!

Δεν υπάρχουν σχόλια: