Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Γέλα πουλί μου...


Ξεδιπλώσαμε τις σκέψεις μας, ρημαδιάσαμε τα όνειρά μας. Αφήσαμε τους εαυτούς μας να βολοδέρνονται δεξιά κι αριστερά. Είμαστε αυτό που μισούσαμε, γίναμε ό,τι φοβόμασταν. Μόνο μερικές σκοτεινές νύχτες μαρτυρούν το αθώο παρελθόν μας, τα άγρια όνειρά μας, τις όμορφες σκέψεις μας. Βουτήξαμε μια για πάντα σε λέξεις και σκέψεις που ποτέ δε νομίζαμε ότι θα ξεστομίσουμε, ότι θα τις σκεφτούμε. Γίναμε ο χειρότερός μας εχθρός και τώρα πια δεν μπορούμε να το παραδεχτούμε σε κανέναν άλλο παρά μόνο στον εαυτό μας. Αλλά κι εκείνος μας διώχνει, γιατί το χειρότερο δεν είναι ότι προδώσαμε εκείνους που αγαπήσαμε, εκείνους που έκλαψαν για εμάς, αλλά ότι προδώσαμε τον βαθύτερο εαυτό μας, εκείνον που κάποτε μας έκανε να αισθανόμαστε ήρεμοι, δυνατοί, αληθινοί.

Τώρα γίναμε ένας ακόμη από τον απίστευτα μεγάλο σωρό. Δεν ξεχωρίζουμε πλέον από τους τόσους άλλους που μιμούμαστε. Παπαγαλίζουμε σκάψεις άλλων, βάζουμε στο στόμα μας λέξεις άλλων. Και τώρα? Τώρα ποιος μας αγκαλιάζει? Ποιος μας καθηλώνει με το βλέμμα του? Ποιος μας αναζητεί? Κανείς. Ούτε καν εμείς οι ίδιοι. Κι αν κοιτάξουμε πίσω θα βρούμε κλαμένα πρόσωπα, δάκρυα σε μαξιλάρια. Σκέψεις σε χαρτί. Και κάποια σκόρπια ποιήματα που μαρτυρούν ότι κάποτε δίναμε αγάπη, δύναμη, φαντασία. Περιπλανιόμαστε τώρα σε όποιο κορμί δεχτεί να ξαπλώσει δίπλα μας. Μειοδοτικός διαγωνισμός κατάντησε η συντροφικότητα. Όποιος δώσει τα λιγότερα, όποιος δεχτεί το τίποτα.

Και τα όνειρα? Τα συναισθήματα? Οι αγκαλιές? Οι λέξεις που αρνούνται πεισματικά να ειπωθούν? Ποιος θα τις δεχτεί στο μέλλον? Ποιος θα αγκαλιάσει ετούτο το σώμα που ξεσπά κάθε τόσο? Η αλήθεια είναι ότι αρνούμαστε να δεχτούμε κάτι καινούριο. Όχι γιατί καραδοκεί ο φόβος του παλιού, αλλά γιατί καμιά φορά καραδοκεί ο φόβος του τέλους. Αρνούμαστε να δεχτούμε ότι κάποια πράγματα τελειώνουν κι αρχίζει κάτι νέο. Αυτή όμως είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Από κάπου ξεκινάνε όλα και κάπου καταλήγουν. Δεν είναι λογικό να παραμένουμε στάσιμοι. Η στασιμότητα είναι αργός θάνατος, αργός και βασανιστικός. Οι αλλαγές στη ζωή μας οφείλουν να είναι σημαντικές, αναπόφευκτες, αληθινές και χαρούμενες. Το νέο οφείλει να μας χαροποιεί, το παλιό οφείλει να μας εξελίσσει και να το εξελίσσουμε. Αν αρνηθούμε κάτι από όλα αυτά χάνουμε την ηρεμία μας, την αντικαθιστούμε με οργή. Χάνουμε την ψυχραιμία και την αντικαθιστούμε με άγχος. Το άγχος μας οδηγεί σε επικίνδυνες σκέψεις, σε δισταγμούς και τέλος στην απώλεια.

Ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια σιγά σιγά, οδηγούμαστε με ελαφρά βήματα στα όνειρά μας. Και η ανυπομονησία γίνεται εχθρός μας. Προσμένουμε με χαρά το καλύτερο, οδηγούμαστε στον παρορμητισμό και γινόμαστε άπληστοι. Ή τώρα ή ποτέ. Και το τώρα χάνεται καθώς το ποτέ μας εκδικείται. Κι όλα εκείνα, που ανυπομονούσαμε να χαρούμε χάθηκαν σε μια δόση υπερβολής και εγωισμού. Δεν είμαστε αυτό που ονειρευόμασταν. Γίναμε κάποιοι άλλοι. Τα όνειρα εξαφανίστηκαν. Κι όλες εκείνες οι ευκαιρίες έγιναν ένα μικρό παραμύθι για παιδιά, μία μικρή ανάμνηση, που παλεύει να ξαναγίνει όνειρο, αλλά εμείς την πνίγουμε. Τα όνειρα όμως έχουν τρόπους να διεισδύουν στο μυαλό μας, μετατρέπονται σε απωθημένα και μας καταδιώκουν. Αντιδρούμε στον εαυτό μας, γιατί πιο πριν αρνηθήκαμε να αντιδρούσαμε στον εγωισμό. Και βουλιάξαμε.

Υπάρχει όμως ένα μικρό παραθυράκι που λέγεται «ένστικτο αυτοσυντήρησης» και αυτό το παραθυράκι είναι η Κερκόπορτα για τα όνειρα. Λίγοι το βλέπουν, λίγοι τη διαβαίνουν, λίγοι τη διανύουν και τελικά, αυτοί οι λίγοι ξεχωρίζουν. Γιατί όσο κι αν αρνήθηκαν τον εαυτό τους, εκείνος ενδόμυχα δεν αρνήθηκε στιγμή τα όνειρά του. απλώς τα έβαλε στην άκρη, προσωρινά. Αυτοί οι άνθρωποι, εξελίχθηκαν, έγιναν κάτι νέο και τώρα πια δεν αρνούνται τίποτα, ξέρουν το όχι, ξέρουν το ναι, ξέρουν το που και το πότε και προχωρούν. Η επιλογή που έχουμε εμείς είναι μία: θα τους κοιτάζουμε ή θα σταθούμε δίπλα τους?

Δεν υπάρχουν σχόλια: